Η αύξηση των τιμών των ακινήτων συνδυάζεται με την αναστολή αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών και έχει οδηγήσει σε σημαντική διαφορά μεταξύ εμπορικών και αντικειμενικών αξιών. Η τελευταία αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών έγινε τον Ιούνιο του 2021 και άρχισε να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2022, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία του 2020. Από τότε, ο δείκτης τιμών των διαμερισμάτων έχει αυξηθεί κατά 47,4%, φθάνοντας το 50,6% στην Αττική, με αποτέλεσμα το χάσμα μεταξύ αυτών των δύο τύπων αξιών να διευρύνεται.
Ο νόμος 5073/2023 απαγορεύει τη μεταβίβαση ακινήτων με πληρωμές σε μετρητά από τις 11 Δεκεμβρίου 2023, επιβάλλοντας πρόστιμα που κυμαίνονται από 10.000 έως 500.000 ευρώ, ανάλογα με το ύψος της συναλλαγής. Ωστόσο, στην πράξη, πολλές συναλλαγές εξακολουθούν να τελούνται με αυτόν τον τρόπο, καθώς οι αγοραστές πληρώνουν την αντικειμενική αξία μέσω τραπεζικών καναλιών και το υπόλοιπο ποσό σε μετρητά, κάτι που δεν εντοπίζεται από τις αρχές.
Το μερίδιο των συναλλαγών με μετρητά ήταν πολύ υψηλό και πριν από την απαγόρευση: το 75% των συναλλαγών γίνονταν είτε αποκλειστικά είτε εν μέρει με μετρητά. Η ΑΑΔΕ έχει ήδη αρχίσει να εξετάζει 84.354 μεταβιβάσεις ακινήτων που πραγματοποιήθηκαν από το 2021 έως τον Δεκέμβριο του 2023, στις οποίες αναφέρθηκαν μετρητά. Ανάμεσα σε αυτές, οι 42.613 συναλλαγές εξοφλήθηκαν αποκλειστικά με μετρητά.
Η τάση αυτή οφείλεται στην ύπαρξη μιας σημαντικής απόκλισης μεταξύ των αντικειμενικών τιμών και των πραγματικών τιμών αγοράς. Όταν η τιμή ενός ακινήτου υπερβαίνει την αντικειμενική του αξία, όπως είναι συχνό φαινόμενο, οι αγοραστές συχνά επιλέγουν να πληρώσουν τη διαφορά σε μετρητά. Για παράδειγμα, αν ένα διαμέρισμα έχει αντικειμενική αξία 150.000 ευρώ αλλά πωλείται για 180.000 ευρώ, οι περισσότερες περιπτώσεις πληρωμής θα περιλαμβάνουν τα 150.000 ευρώ μέσω τράπεζας και 30.000 ευρώ σε μετρητά.
Αυτή η κατάσταση οδηγεί σε σημαντικές απώλειες εσόδων για το δημόσιο. Όταν π.χ. το πραγματικό τίμημα ενός ακινήτου είναι 450.000 ευρώ, ενώ η αντικειμενική του αξία είναι 300.000 ευρώ, ο φόρος μεταβίβασης υπολογίζεται με βάση την αντικειμενική αξία, με αποτέλεσμα το δημόσιο να στερείται σημαντικά έσοδα. Σε αυτή την περίπτωση, ο αγοραστής επωφελείται από τον χαμηλότερο φόρο, κερδίζοντας 4.500 ευρώ.
Τελικά, η επιστροφή των μετρητών στις αγοραπωλησίες ακινήτων έχει κερδίσει έδαφος, καθώς οι αγοραστές επιδιώκουν να αποφύγουν τους τραπεζικούς ελέγχους και τους αντίστοιχους φόρους, κάτι που ενισχύει τη μαύρη αγορά και δημιουργεί νέο κύκλο προκλήσεων για τη φορολογία και την οικονομία.
Πηγή: newsbeast.gr